Árstími á grísku

Þýðing: árstími, Orðabók: íslenska » gríska

Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
νοστιμίζω, περίοδο, περίοδος, την εποχή του έτους, εποχή του χρόνου, εποχή του έτους, την εποχή του χρόνου, εποχή του χρόνου για
Árstími á grísku
Skyld orð
Önnur tungumál

Skyld orð: árstími

árstími tungumála orðabók gríska, árstími á grísku

Þýðingar

  • ári á grísku - τελώνιο, δαίμονας, έτος, έτους, χρόνο, περίοδο, χρονιά
  • árla á grísku - πρώιμος, νωρίς, αρχές του, πρόωρη, πρόωρης, στις αρχές
  • árstíð á grísku - περίοδος, περίοδο, νοστιμίζω, εποχή, σαιζόν, σεζόν, περιόδου
  • ártal á grísku - χρονιά, έτος, χρόνος, Έτους, Χρονολογία, Χρονιάς, Χρονιά
Orð af handahófi
Árstími á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: νοστιμίζω, περίοδο, περίοδος, την εποχή του έτους, εποχή του χρόνου, εποχή του έτους, την εποχή του χρόνου, εποχή του χρόνου για