Ærinn á grísku
Þýðing: ærinn, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
επαρκής, ήταν αρκετό, ήταν αρκετά, ήταν αρκετή, ήταν αρκετό για, ήταν αρκετή για
Skyld orð
Önnur tungumál
Skyld orð: ærinn
ærinn tungumála orðabók gríska, ærinn á grísku
Þýðingar
- ær á grísku - θυμωμένος, τρελός, προβατίνα, κουζουλός, λωλός, πρόβατα, προβάτων, ...
- æra á grísku - τρέλα, Craze, μανία, τρέλας, τρέλα για
- æsa á grísku - ενθουσιάσει, ενθουσιάζουν, διεγείρει, συναρπάζουν, διεγείρουν
- ætla á grísku - τσιγκούνης, σκοπεύω, εννοώ, σημαίνω, παραδόπιστος, πιστεύω, πιστεύουν, ...
Orð af handahófi
Ærinn á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: επαρκής, ήταν αρκετό, ήταν αρκετά, ήταν αρκετή, ήταν αρκετό για, ήταν αρκετή για
Þýðingar: επαρκής, ήταν αρκετό, ήταν αρκετά, ήταν αρκετή, ήταν αρκετό για, ήταν αρκετή για