Ógna á grísku
Þýðing: ógna, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
απειλώ, απειλούν, απειλήσουν, απειλήσει, απειλεί, να απειλήσει
Skyld orð
Önnur tungumál
Skyld orð: ógna
ógna tungumála orðabók gríska, ógna á grísku
Þýðingar
- óféti á grísku - κακόμοιρος, φουκαράδες, ταλαίπωρους, αχρείοι, τους ταλαίπωρους, κακομοίρηδες
- ógn á grísku - τρόμος, απειλή, απειλής, απειλή για, κίνδυνο, κίνδυνος
- ógreinilegur á grísku - ασαφές, ασαφής, ασαφείς, ασαφή, σαφές
- ógurlega á grísku - απαίσια, λαθρέμπορος, Smuggler, λαθρέμπορο, σας μετέφερε λαθραία, λαθρέμπορου
Orð af handahófi
Ógna á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: απειλώ, απειλούν, απειλήσουν, απειλήσει, απειλεί, να απειλήσει
Þýðingar: απειλώ, απειλούν, απειλήσουν, απειλήσει, απειλεί, να απειλήσει