Útlit á grísku

Þýðing: útlit, Orðabók: íslenska » gríska

Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
βλέμμα, κοιτάζω, εμφάνιση, φαίνομαι, παρουσίαση, ψάχνετε, αναζητούν, ψάχνει, κοιτάζοντας, ψάχνουν
Útlit á grísku
Skyld orð
Önnur tungumál

Skyld orð: útlit

útlit lyfja, útlit forsíðu, útlit á ritgerð, útlit hægða, útlit reikninga, útlit tungumála orðabók gríska, útlit á grísku

Þýðingar

  • úti á grísku - εκεί, υπάρχει, υπάρχουν, υφίσταται, υπάρξει
  • útkljá á grísku - εγκαθίσταμαι, κανονίζω, τακτοποίηση, διευθέτηση, διακανονισμό, καθίζησης, την επίλυση
  • útsending á grísku - εκπέμπω, μεταδίδω, μεταβίβαση, τηλεπικοινωνιών, Telecom, των τηλεπικοινωνιών, τηλεπικοινωνιακών, ...
  • útvarp á grísku - μεταδίδω, ράδιο, εκπέμπω, ραδιόφωνο, ραδιοφώνου, ραδιοφωνικών, ραδιοφωνικό, ...
Orð af handahófi
Útlit á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: βλέμμα, κοιτάζω, εμφάνιση, φαίνομαι, παρουσίαση, ψάχνετε, αναζητούν, ψάχνει, κοιτάζοντας, ψάχνουν