Þróast á grísku

Þýðing: þróast, Orðabók: íslenska » gríska

Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
αναπτύσσω, αναπτύσσομαι, αναπτυγμένες, ανεπτυγμένες, ανεπτυγμένων, αναπτυγμένων, ανεπτυγμένη
Þróast á grísku
Skyld orð
Önnur tungumál

Skyld orð: þróast

þróast tungumála orðabók gríska, þróast á grísku

Þýðingar

  • þrátt á grísku - συχνά, παρά, παρά τις, παρά την, παρά τη
  • þrír á grísku - τρία, τρεις, τριών, των τριών, τα τρία
  • þróttlítill á grísku - ασθενικός, ανίσχυρος, εβδομάδα, αδύναμος, ανάπτυξη των μικρών, την ανάπτυξη των μικρών, ανάπτυξη μικρών, ...
  • þröngur á grísku - στενός, στενό, στενά, στενή, στενές
Orð af handahófi
Þróast á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: αναπτύσσω, αναπτύσσομαι, αναπτυγμένες, ανεπτυγμένες, ανεπτυγμένων, αναπτυγμένων, ανεπτυγμένη