Afbragðslegur á grísku
Þýðing: afbragðslegur, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
εξαιρετικός, εξαιρετική, άριστη, εξαιρετικό, εξαιρετικές, άριστες
Skyld orð
Önnur tungumál
Skyld orð: afbragðslegur
afbragðslegur tungumála orðabók gríska, afbragðslegur á grísku
Þýðingar
- afbragð á grísku - μοντέλο, μακέτα, μανεκέν, απαράμιλλος, ασύγκριτος, απαράμιλλη, απαράμιλλο, ...
- afbragðsgóður á grísku - άριστος, εξαίσιος, ένα εξαιρετικό, μια εξαιρετική, μια άριστη, ένας εξαιρετικός, μια πραγματικά περίβλεπτη
- afbrigði á grísku - εξαίρεση, παραλλαγές, διακυμάνσεις, μεταβολές, διαφοροποιήσεις, διαφορές
- afbrigðilegur á grísku - ανώμαλο, ανώμαλος, ασυνήθης, ανώμαλη, μη φυσιολογική, μη φυσιολογικές
Orð af handahófi
Afbragðslegur á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: εξαιρετικός, εξαιρετική, άριστη, εξαιρετικό, εξαιρετικές, άριστες
Þýðingar: εξαιρετικός, εξαιρετική, άριστη, εξαιρετικό, εξαιρετικές, άριστες