Bólgna á grísku

Þýðing: bólgna, Orðabók: íslenska » gríska

Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
ερεθίζω, φούσκωμα, πρήζεται, πρηστεί, φουσκοθαλασσιάς, φουσκοθαλασσιά
Bólgna á grísku
Skyld orð
Önnur tungumál

Skyld orð: bólgna

bólgna tungumála orðabók gríska, bólgna á grísku

Þýðingar

  • bókvísi á grísku - λογοτεχνία
  • bólga á grísku - φλεγμονή, φλεγμονής, της φλεγμονής, τη φλεγμονή, φλεγμονές
  • bólusetja á grísku - εμβολιάζω, εμβολιασμός, Ο εμβολιασμός, τον εμβολιασμό, εμβολιασμού, του εμβολιασμού
  • bón á grísku - παράκληση, ζητώ, παρακαλώ, αναφορά, αίτηση, αναφοράς, την αναφορά, ...
Orð af handahófi
Bólgna á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: ερεθίζω, φούσκωμα, πρήζεται, πρηστεί, φουσκοθαλασσιάς, φουσκοθαλασσιά