Billjón á grísku
Þýðing: billjón, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
δισεκατομμύριο, δισεκατομμύρια, δισ, δις, δισεκατομμυρίων
Skyld orð
Önnur tungumál
Skyld orð: billjón
billjón milljarður, ein billjón, billjón tungumála orðabók gríska, billjón á grísku
Þýðingar
- bil á grísku - στιγμή, περίπου, σχετικά με, για, σχετικά, για το
- bila á grísku - ρωγμή, αντεπίθεση, διάλειμμα, σπάζω, ράγισμα, διάλλειμα, ραγίζω, ...
- bilun á grísku - ρήξη, αποτυχία, παράλειψη, βλάβη, ανεπάρκεια, αποτυχίας
- binda á grísku - δένω, γραβάτα, ισοπαλία, ισοπαλίας, δεσμό, δεσμός
Orð af handahófi
Billjón á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: δισεκατομμύριο, δισεκατομμύρια, δισ, δις, δισεκατομμυρίων
Þýðingar: δισεκατομμύριο, δισεκατομμύρια, δισ, δις, δισεκατομμυρίων