Ekra á grísku
Þýðing: ekra, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
στρέμμα, εκτάσεων, έκταση, έκτασης, έκτασης που, αποξηραθούν
Skyld orð
Önnur tungumál
Skyld orð: ekra
ekra x4, ekra gartneri, ekra screen printer, ekta kapoor, ekra printer, ekra tungumála orðabók gríska, ekra á grísku
Þýðingar
- ekkill á grísku - χήρος, χήρο, χήρου, χηρείας, χήρα
- ekla á grísku - υστέρημα, έλλειψη, έλλειψης, έλλειμμα, ανεπάρκεια, ελλείψεις
- ekta á grísku - πραγματικός, γνήσιος, αυθεντικός, αυθεντικά, αυθεντικό, αυθεντική, μόνο αυθεντικό
- elda á grísku - μάγειρας, μαγειρεύω, μαγείρεμα, μαγειρέματος, το μαγείρεμα, μαγειρικής, μαγειρική
Orð af handahófi
Ekra á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: στρέμμα, εκτάσεων, έκταση, έκτασης, έκτασης που, αποξηραθούν
Þýðingar: στρέμμα, εκτάσεων, έκταση, έκτασης, έκτασης που, αποξηραθούν