Eyðileggja á grísku
Þýðing: eyðileggja, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
καταστρέφω, καταστρέψει, καταστρέψουν, καταστρέφουν, καταστροφή, να καταστρέψει
Skyld orð
Önnur tungumál
Skyld orð: eyðileggja
eyðileggja samheiti, eyðileggja tungumála orðabók gríska, eyðileggja á grísku
Þýðingar
- eyði á grísku - έρημος, έρημη, ερημική, εγκαταλελειμμένο, ερημικές, ερειπωμένο
- eyðilegging á grísku - καταστροφή, καταστροφής, την καταστροφή, η καταστροφή, καταστροφές
- eyðimörk á grísku - έρημος, έρημο, ερήμου, της ερήμου, στην έρημο
- eyðing á grísku - καταστροφή, καταστροφής, την καταστροφή, η καταστροφή, καταστροφές
Orð af handahófi
Eyðileggja á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: καταστρέφω, καταστρέψει, καταστρέψουν, καταστρέφουν, καταστροφή, να καταστρέψει
Þýðingar: καταστρέφω, καταστρέψει, καταστρέψουν, καταστρέφουν, καταστροφή, να καταστρέψει