Fortó á grísku
Þýðing: fortó, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
πεζόδρομος, πεζοδρόμιο, πειστικότητα, πειθούς, πειθώ, την πειθώ, της πειθούς
Önnur tungumál
Skyld orð: fortó
cristina fortó, josep fortó, sandra fortó, joan fortó, fusteria fortó, fortó tungumála orðabók gríska, fortó á grísku
Þýðingar
- forstjóri á grísku - σκηνοθέτης, διευθυντής, Διευθύνων Σύμβουλος, CEO, Διευθύνων Σύμβουλος της, CEO της, Διευθύνοντος Συμβούλου
- forstofa á grísku - αίθουσα, Hall, αίθουσας, Μέγαρο, χωλ
- forugur á grísku - λασπωμένος, λερωμένος, λασπώδης, βρώμικος, ιλυώδης, θολός, λασπώδη, ...
- forusta á grísku - ηγεσία, ηγεμονία, ηγεσίας, την ηγεσία, ηγετική, ηγετικές
Orð af handahófi
Fortó á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: πεζόδρομος, πεζοδρόμιο, πειστικότητα, πειθούς, πειθώ, την πειθώ, της πειθούς
Þýðingar: πεζόδρομος, πεζοδρόμιο, πειστικότητα, πειθούς, πειθώ, την πειθώ, της πειθούς