Furða á grísku

Þýðing: furða, Orðabók: íslenska » gríska

Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
θαύμα, αναρωτιέμαι, θαυμασμός, εμβροντησία, διερωτώμαι, προϊόντα, προϊόντων, τα προϊόντα, προϊόντα που, προϊόντων που
Furða á grísku
Skyld orð
Önnur tungumál

Skyld orð: furða

furða tungumála orðabók gríska, furða á grísku

Þýðingar

  • fura á grísku - πεύκο, πεύκα, πεύκου, πεύκης, πεύκων
  • fursti á grísku - πρίγκιπας, Maha, Μάχα, Η Maha, Μαχά, του Μάχα
  • furðulegur á grísku - παράξενος, περίεργος, καταπληκτικός, καταπληκτική, καταπληκτικό, εκπληκτικό, εκπληκτική
  • fylgi á grísku - συμπαράσταση, επικουρία, υποστήριγμα, βοηθός, στήριγμα, αρωγή, βοήθεια, ...
Orð af handahófi
Furða á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: θαύμα, αναρωτιέμαι, θαυμασμός, εμβροντησία, διερωτώμαι, προϊόντα, προϊόντων, τα προϊόντα, προϊόντα που, προϊόντων που