Fylgja á grísku

Þýðing: fylgja, Orðabók: íslenska » gríska

Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
συνοδεύω, συμπαράσταση, υποστήριγμα, ακολουθώ, βοήθεια, στήριγμα, ακολουθήστε, ακολουθούν, ακολουθήσουν, ακολουθήσει, ακολουθήσετε
Fylgja á grísku
Skyld orð
Önnur tungumál

Skyld orð: fylgja

fylgja torque, fylgja fetch, fylgja definition, fylgja mtg, fylgja wikipedia, fylgja tungumála orðabók gríska, fylgja á grísku

Þýðingar

  • furðulegur á grísku - παράξενος, περίεργος, καταπληκτικός, καταπληκτική, καταπληκτικό, εκπληκτικό, εκπληκτική
  • fylgi á grísku - συμπαράσταση, επικουρία, υποστήριγμα, βοηθός, στήριγμα, αρωγή, βοήθεια, ...
  • fylgsni á grísku - κρησφύγετο, κρυψώνα, την Κρυψώνα, κρύπτη
  • fylkingararmur á grísku - πλευρό, πλαγιά, βραχίονα, βραχίονας, οπλίζει, οπλίσετε, το βραχίονα
Orð af handahófi
Fylgja á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: συνοδεύω, συμπαράσταση, υποστήριγμα, ακολουθώ, βοήθεια, στήριγμα, ακολουθήστε, ακολουθούν, ακολουθήσουν, ακολουθήσει, ακολουθήσετε