Gjörla á grísku
Þýðing: gjörla, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
ξεκάθαρα, ακριβώς, καθαρά, πλήρως, σαφώς, σαφήνεια, με σαφήνεια
Önnur tungumál
Skyld orð: gjörla
gjörla tungumála orðabók gríska, gjörla á grísku
Þýðingar
- gjósa á grísku - αναβλύζω, εκχύνομαι, έκχυση, Gush, αναβλύζουν, δείτε τους Gush ζωντανά
- gjöf á grísku - πεσκέσι, παρουσιάζω, δωρεά, δώρο, παρών, χάρισμα, δώρων, ...
- gjörvallur á grísku - ακέραιος, ολόκληρος, άρτιος, CPU, της CPU, επεξεργαστή, επεξεργαστών, ...
- glas á grísku - τζάμι, ποτήρι, γυαλί, γυαλιού, γυάλινο, γυάλινη
Orð af handahófi
Gjörla á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: ξεκάθαρα, ακριβώς, καθαρά, πλήρως, σαφώς, σαφήνεια, με σαφήνεια
Þýðingar: ξεκάθαρα, ακριβώς, καθαρά, πλήρως, σαφώς, σαφήνεια, με σαφήνεια