Hagur á grísku

Þýðing: hagur, Orðabók: íslenska » gríska

Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
κρατίδιο, πάθηση, κατάσταση, κράτος, οφέλη, παροχές, παροχών, τα οφέλη, πλεονεκτήματα
Hagur á grísku
Skyld orð
Önnur tungumál

Skyld orð: hagur

hazur sahib, hagur ehf, hague rules, hagure yuusha, hagur rekstrarráðgjöf, hagur tungumála orðabók gríska, hagur á grísku

Þýðingar

  • hagnýtur á grísku - πρακτικός, λειτουργικός, λειτουργική, λειτουργικό, λειτουργικές, λειτουργικά
  • hagsmunir á grísku - τόκος, επιτόκιο, ωφέλεια, απολαβή, κέρδος, ενδιαφέρον, συμφέροντα, ...
  • haka á grísku - πηγούνι, έλεγχος, έλεγχο, τον έλεγχο, ελέγχου, έλεγχο της
  • hald á grísku - σφίγγω, συλλαμβάνω, κηδεμονία, πιάνω, κράτηση, φύλαξη, κατάσχεση, ...
Orð af handahófi
Hagur á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: κρατίδιο, πάθηση, κατάσταση, κράτος, οφέλη, παροχές, παροχών, τα οφέλη, πλεονεκτήματα