Hjálpsamur á grísku
Þýðing: hjálpsamur, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
εξυπηρετικός, χρήσιμος, χρήσιμες, χρήσιμη, εξυπηρετικό, χρήσιμο
Skyld orð
Önnur tungumál
Skyld orð: hjálpsamur
hjálpsamur tungumála orðabók gríska, hjálpsamur á grísku
Þýðingar
- hjálmur á grísku - κράνος, Helmet, κράνους, το κράνος, περικεφαλαία
- hjálp á grísku - βοήθημα, βοήθεια, βοηθός, αρωγή, βοηθώ, επικουρία, Βοήθεια, ...
- hjól á grísku - ποδήλατο, τροχός, ρόδα, τροχού, τροχό, τροχών
- hjóla á grísku - κύκλος, Ποδηλασία, ποδήλατο, ποδηλασίας, ποδηλάτου, το ποδήλατο
Orð af handahófi
Hjálpsamur á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: εξυπηρετικός, χρήσιμος, χρήσιμες, χρήσιμη, εξυπηρετικό, χρήσιμο
Þýðingar: εξυπηρετικός, χρήσιμος, χρήσιμες, χρήσιμη, εξυπηρετικό, χρήσιμο