Hjör á grísku
Þýðing: hjör, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
κλάπα, καθολική, καθολικής, καθολικό, την καθολική, της καθολικής
Skyld orð
Önnur tungumál
Skyld orð: hjör
hjör tungumála orðabók gríska, hjör á grísku
Þýðingar
- hjóla á grísku - κύκλος, Ποδηλασία, ποδήλατο, ποδηλασίας, ποδηλάτου, το ποδήλατο
- hjólbörur á grísku - χειράμαξα, καροτσάκι, Καροτσάκια, wheelbarrow, χειραμαξίων
- hjörð á grísku - αγέλη, κοπάδι, αγέλης, ζωικού κεφαλαίου, ζωικό κεφάλαιο
- hjú á grísku - υπηρέτρια, υπηρέτης, υπάλληλοι, υπαλλήλων, υπαλλήλους, υπηρέτες, των υπαλλήλων
Orð af handahófi
Hjör á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: κλάπα, καθολική, καθολικής, καθολικό, την καθολική, της καθολικής
Þýðingar: κλάπα, καθολική, καθολικής, καθολικό, την καθολική, της καθολικής