Hrár á grísku
Þýðing: hrár, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
ωμός, ακατέργαστη, πρώτων, πρώτες, ακατέργαστο, των πρώτων
Skyld orð
Önnur tungumál
Skyld orð: hrár
hrár saltfiskur, hrár lax, hrár fiskur, hrár skötuselur, hrár matur á meðgöngu, hrár tungumála orðabók gríska, hrár á grísku
Þýðingar
- hryðja á grísku - γεράκι, Χιονόπτωση, αναταραχές, ελαφριάς χιονόπτωσης, αραιών χιονοπτώσεων, Σύντομες χιονοπτώσεις
- hryðjuverk á grísku - τρομοκρατία, τρομοκρατίας, της τρομοκρατίας, την τρομοκρατία, η τρομοκρατία
- hræ á grísku - ψοφίμι, κουφάρι, σφάγια, σφαγίων, πτώματα, τα σφάγια, πτωμάτων
- hræra á grísku - κινούμαι, ανακατεύω, κίνηση, μετακομίζω, αναδεύω, κινώ, σαλεύω, ...
Orð af handahófi
Hrár á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: ωμός, ακατέργαστη, πρώτων, πρώτες, ακατέργαστο, των πρώτων
Þýðingar: ωμός, ακατέργαστη, πρώτων, πρώτες, ακατέργαστο, των πρώτων