Hrísla á grísku
Þýðing: hrísla, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
κλαδάκι, υποκατάστημα, κλαδί, κλάδος, Κουνώντας, Απαλλαγμένη, Κουνώντας το, Ανακίνηση, Ανακινούμενο
Önnur tungumál
Skyld orð: hrísla
hrísla tungumála orðabók gríska, hrísla á grísku
Þýðingar
- hrím á grísku - πάχνη, Rime, Μπαλάντα, ομοιοκαταληξία, Καθαριστικό Επαφών
- hrísgrjón á grísku - ρύζι, ρυζιού, το ρύζι, του ρυζιού, όρυζας
- hróka á grísku - αλαζονεία, υπεροψία, Arrogance, την αλαζονεία, Η αλαζονεία
- hrókur á grísku - απατεών, απατώ, κορώνη, κουρούνα, κορόιδο
Orð af handahófi
Hrísla á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: κλαδάκι, υποκατάστημα, κλαδί, κλάδος, Κουνώντας, Απαλλαγμένη, Κουνώντας το, Ανακίνηση, Ανακινούμενο
Þýðingar: κλαδάκι, υποκατάστημα, κλαδί, κλάδος, Κουνώντας, Απαλλαγμένη, Κουνώντας το, Ανακίνηση, Ανακινούμενο