Huggun á grísku
Þýðing: huggun, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
αρωγή, παρηγορώ, ανάγλυφος, εκτόνωση, ανακούφιση, άνεση, άνεσης, την άνεση, ανέσεις, άνεση των
Skyld orð
Önnur tungumál
Skyld orð: huggun
huggun ljóð, huggun í sorg, huggun tungumála orðabók gríska, huggun á grísku
Þýðingar
- hugfastur á grísku - ακλόνητος, απτόητος
- hugga á grísku - παρηγορώ, άνεση, άνεσης, την άνεση, ανέσεις, άνεση των
- hughreysting á grísku - παρηγορώ, παρηγοριά, καθησύχαση, επαναβεβαίωση, διαβεβαίωση, αντασφάλισης, διαβεβαιώσεις
- hugleiða á grísku - θεωρώ, εξετάσει, θεωρούν, εξετάσουν, εξετάζει
Orð af handahófi
Huggun á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: αρωγή, παρηγορώ, ανάγλυφος, εκτόνωση, ανακούφιση, άνεση, άνεσης, την άνεση, ανέσεις, άνεση των
Þýðingar: αρωγή, παρηγορώ, ανάγλυφος, εκτόνωση, ανακούφιση, άνεση, άνεσης, την άνεση, ανέσεις, άνεση των