Hugvilla á grísku
Þýðing: hugvilla, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
αυταπάτη, ψευδαίσθηση, πλάνη, παραληρητική ιδέα, αυταπάτης
Önnur tungumál
Skyld orð: hugvilla
hugvilla tungumála orðabók gríska, hugvilla á grísku
Þýðingar
- hugur á grísku - γενναιότητα, φυλάξου, θάρρος, μυαλό, νους, υπόψη, νου, ...
- hugvekja á grísku - παραίνεση, προτροπή
- hugvit á grísku - εφευρετικότητα, ευφυΐα, εξυπνάδα, ευφυία, ευστροφία, επινοητικότητα
- hugða á grísku - τόκος, επιτόκιο, ενδιαφέρον, κρίνεται, κριθεί, κρίνονται, κριθούν, ...
Orð af handahófi
Hugvilla á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: αυταπάτη, ψευδαίσθηση, πλάνη, παραληρητική ιδέα, αυταπάτης
Þýðingar: αυταπάτη, ψευδαίσθηση, πλάνη, παραληρητική ιδέα, αυταπάτης