Kljúfa á grísku
Þýðing: kljúfa, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
διχοτομία, σχίζω, μοίρα, μοιράζω, διασπάσεις, χωρίζει, Υποδιαίρεση, splits, χωρίζεται
Önnur tungumál
Skyld orð: kljúfa
kljúfa humar, kljúfa tungumála orðabók gríska, kljúfa á grísku
Þýðingar
- klippa á grísku - κόβω, κοπή, κόψιμο, κοπής, τεμαχισμού, κοπτική
- klipping á grísku - κούρεμα, Επεξεργασία, Μοντάζ, Επιμέλεια, την επεξεργασία, επεξεργασίας
- klofna á grísku - μοίρα, διχοτομία, μοιράζω, διάσπαση, σχάσης, σχάση, σχάσεως, ...
- klukka á grísku - ρολόι, κουδούνι, ρολογιού, το ρολόι, του ρολογιού, εικοσιτετράωρο
Orð af handahófi
Kljúfa á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: διχοτομία, σχίζω, μοίρα, μοιράζω, διασπάσεις, χωρίζει, Υποδιαίρεση, splits, χωρίζεται
Þýðingar: διχοτομία, σχίζω, μοίρα, μοιράζω, διασπάσεις, χωρίζει, Υποδιαίρεση, splits, χωρίζεται