Land á grísku
Þýðing: land, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
χώρα, πατρίδα, προσγειώνομαι, έδαφος, προσγειώνω, εξοχή, προσαράσσω, γη, γης, της γης, γαιών, εκτάσεις
Skyld orð
Önnur tungumál
Skyld orð: land
land til sölu, land cruiser 100, land rover discovery, land cruiser 120, land rover, land tungumála orðabók gríska, land á grísku
Þýðingar
- lak á grísku - κλινοσκεπάσματα, λινός, φύλλο, φύλλου, δελτίο, φύλλων, δελτίου
- lampi á grísku - λυχνία, λάμπα, φανός, Lamp, Λαμπτήρας
- landa á grísku - προσγειώνομαι, αδειάζω, ξεφορτώνω, προσγειώνω, έδαφος, χώρες, οι χώρες, ...
- landakort á grísku - χάρτης, χαρτογραφώ, χάρτη, Map, χάρτη της, του χάρτη
Orð af handahófi
Land á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: χώρα, πατρίδα, προσγειώνομαι, έδαφος, προσγειώνω, εξοχή, προσαράσσω, γη, γης, της γης, γαιών, εκτάσεις
Þýðingar: χώρα, πατρίδα, προσγειώνομαι, έδαφος, προσγειώνω, εξοχή, προσαράσσω, γη, γης, της γης, γαιών, εκτάσεις