Nákvæmur á grísku
Þýðing: nákvæmur, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
εξονυχιστικός, συγκεκριμένος, λεπτομερής, ακριβολόγος, ακριβής, ακριβή, ακριβείς, ακρίβεια, ακριβές
Skyld orð
Önnur tungumál
Skyld orð: nákvæmur
nákvæmur enska, nákvæmur hitamælir, nákvæmur á ensku, nákvæmur tungumála orðabók gríska, nákvæmur á grísku
Þýðingar
- nákvæmlega á grísku - ακριβώς, επακριβώς, ακρίβεια, ακριβώς το, με ακρίβεια
- nákvæmni á grísku - ακρίβεια, ακρίβειας, την ακρίβεια, ορθότητα, ακριβεια
- nál á grísku - βελόνα, βελόνας, βελόνης, βελόνη, της βελόνας
Orð af handahófi
Nákvæmur á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: εξονυχιστικός, συγκεκριμένος, λεπτομερής, ακριβολόγος, ακριβής, ακριβή, ακριβείς, ακρίβεια, ακριβές
Þýðingar: εξονυχιστικός, συγκεκριμένος, λεπτομερής, ακριβολόγος, ακριβής, ακριβή, ακριβείς, ακρίβεια, ακριβές