Samjafna á grísku

Þýðing: samjafna, Orðabók: íslenska » gríska

Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
παραβάλλω, ομογενοποίησης, ομογενοποίηση, ομογενοποιηθεί, ομογενοποιήσεως, ομογενοποιηθεί το δείγμα
Samjafna á grísku
Skyld orð
Önnur tungumál

Skyld orð: samjafna

samjafna tungumála orðabók gríska, samjafna á grísku

Þýðingar

  • samhæfa á grísku - συντεταγμένη, συμβατό, συμβατή, συμβατές, συμβατά, συμβιβάζεται
  • samhæfing á grísku - συντονισμός, συντονισμού, συντονισμό, το συντονισμό, του συντονισμού
  • samkomulag á grísku - συγκατάθεση, συμφωνία, σύμβαση, συμφωνίας, Συμφωνώ, συμφωνίας για
  • samningur á grísku - συνθήκη, συνέλευση, σύμβαση, συμφωνία, συνέδριο, συμφωνίας, διαπραγμάτευση, ...
Orð af handahófi
Samjafna á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: παραβάλλω, ομογενοποίησης, ομογενοποίηση, ομογενοποιηθεί, ομογενοποιήσεως, ομογενοποιηθεί το δείγμα