Samvinna á grísku
Þýðing: samvinna, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
συνεργασία, συνεργασίας, τη συνεργασία, της συνεργασίας, η συνεργασία
Skyld orð
Önnur tungumál
Skyld orð: samvinna
samvinna kennara, samvinna starfsendurhæfing, samvinna heimilis og skóla, samvinna ehf, samvinna er sama sem vinna, samvinna tungumála orðabók gríska, samvinna á grísku
Þýðingar
- samtíðarmaður á grísku - σύγχρονος, σύγχρονος άνθρωπος, ο σύγχρονος άνθρωπος, σύγχρονο άνθρωπο, σύγχρονου ανθρώπου, σημερινού ανθρώπου
- samur á grísku - ίδιος, πανομοιότυπα, ταυτόσημα, πανομοιότυπο, τον ίδιο, ίδιο τρόπο
- samvirkur á grísku - κοψίδι, συλλογικός, άρθρωση, γόμφος, κοινός, διαλειτουργικότητα, Η διαλειτουργικότητα, ...
- samþykki á grísku - συγκατανεύω, έγκριση, έγκρισης, την έγκριση, εγκρίσεως, έγκρισή
Orð af handahófi
Samvinna á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: συνεργασία, συνεργασίας, τη συνεργασία, της συνεργασίας, η συνεργασία
Þýðingar: συνεργασία, συνεργασίας, τη συνεργασία, της συνεργασίας, η συνεργασία