Sparneyti á grísku
Þýðing: sparneyti, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
λιτότητα, καύσιμα, τα καύσιμα, καύσιμο, κατανάλωση καυσίμων, καταναλώνει λιγότερη
Skyld orð
Önnur tungumál
Skyld orð: sparneyti
sparneyti tungumála orðabók gríska, sparneyti á grísku
Þýðingar
- spakur á grísku - ήσυχος, ησυχασμός, φασκόμηλο, Sage, σοφός, φασκομηλιά, Φασκόμηλου
- spara á grísku - εκτός, διασώζω, αποταμιεύω, αποκρούω, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, ...
- spegill á grísku - τζάμι, αντικατοπτρίζω, καθρέφτης, γυαλί, ποτήρι, καθρέπτης, καθρέφτη, ...
- spenna á grísku - σφίγγω, έξαψη, Ενθουσιασμός, ενθουσιασμό, Ο ενθουσιασμός, ενθουσιασμού
Orð af handahófi
Sparneyti á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: λιτότητα, καύσιμα, τα καύσιμα, καύσιμο, κατανάλωση καυσίμων, καταναλώνει λιγότερη
Þýðingar: λιτότητα, καύσιμα, τα καύσιμα, καύσιμο, κατανάλωση καυσίμων, καταναλώνει λιγότερη