Styðja á grísku

Þýðing: styðja, Orðabók: íslenska » gríska

Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
συμπαράσταση, βοήθεια, στήριγμα, υποστήριγμα, υποστήριξη, στήριξη, στήριξης, υποστήριξης, την υποστήριξη
Styðja á grísku
Skyld orð
Önnur tungumál

Skyld orð: styðja

styðja beyging, styðja tungumála orðabók gríska, styðja á grísku

Þýðingar

  • stuttur á grísku - κοντός, σύντομο, σύντομη, μικρή, σύντομες, μικρής
  • styrkur á grísku - επιχορηγώ, υποτροφία, επίδομα, χορηγώ, δύναμη, ισχύς, αντοχή, ...
  • stál á grísku - ατσαλένιος, ατσάλι, χάλυβας, Χάλυβα, Steel, βιομηχανία σιδήρου και χάλυβα
  • stærð á grísku - μέγεθος, μεγέθους, το μέγεθος, μέγεθος του, του μεγέθους
Orð af handahófi
Styðja á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: συμπαράσταση, βοήθεια, στήριγμα, υποστήριγμα, υποστήριξη, στήριξη, στήριξης, υποστήριξης, την υποστήριξη