Tilraun á grísku

Þýðing: tilraun, Orðabók: íslenska » gríska

Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
προσπάθεια, απόπειρα, δοκιμάζω, προσπαθώ, εκδικάζω, πείραμα, πειράματος, το πείραμα, του πειράματος, πειράματα
Tilraun á grísku
Skyld orð
Önnur tungumál

Skyld orð: tilraun

tilraun til nauðgunar, tilraun milgrams, tilraun um manninn, tilraun til fjárkúgunar, tilraun til manndráps, tilraun tungumála orðabók gríska, tilraun á grísku

Þýðingar

  • tilhlökkun á grísku - αναμονή, προσδοκία, πρόβλεψη, Η πρόβλεψη, Αναδρομικός, Αναδρομικός υπολογισμός
  • tillit á grísku - θεωρώ, λογαριασμός, υπόψη, λογαριασμό, λογαριασμού, λόγω
  • tilviljun á grísku - συγκυρία, ευκαιρία, τύχη, πιθανότητα, σύμπτωση, τυχαίο, σύμπτωσης, ...
  • tilvitna á grísku - παραθέτω, καθορίζω, μνημονεύω, αναφορές, παραπομπές, οι αναφορές, αναφοράς, ...
Orð af handahófi
Tilraun á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: προσπάθεια, απόπειρα, δοκιμάζω, προσπαθώ, εκδικάζω, πείραμα, πειράματος, το πείραμα, του πειράματος, πειράματα