Tilvitna á grísku

Þýðing: tilvitna, Orðabók: íslenska » gríska

Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
παραθέτω, καθορίζω, μνημονεύω, αναφορές, παραπομπές, οι αναφορές, αναφοράς, αναφορά
Tilvitna á grísku
Skyld orð
Önnur tungumál

Skyld orð: tilvitna

tilvitna tungumála orðabók gríska, tilvitna á grísku

Þýðingar

  • tilraun á grísku - προσπάθεια, απόπειρα, δοκιμάζω, προσπαθώ, εκδικάζω, πείραμα, πειράματος, ...
  • tilviljun á grísku - συγκυρία, ευκαιρία, τύχη, πιθανότητα, σύμπτωση, τυχαίο, σύμπτωσης, ...
  • tilvitnun á grísku - χωρίο, παράθεση, παραπομπή, παραπομπή που, αιτιολογική αναφορά, αναφορά, μνεία
  • tjald á grísku - σκηνή, τέντα, σκηνής, τέντας, τη σκηνή
Orð af handahófi
Tilvitna á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: παραθέτω, καθορίζω, μνημονεύω, αναφορές, παραπομπές, οι αναφορές, αναφοράς, αναφορά