Trappa á grísku
Þýðing: trappa, Orðabók: íslenska » gríska
Upprunalega tungumál:
íslenska
Markmiðs Tungumál:
gríska
Þýðingar:
διάβημα, βηματίζω, βήμα, σκαλί, βαθμίδα, σκαλοπάτι, σκαλοπατιού, βαθμίδας
Önnur tungumál
Skyld orð: trappa
trappa ner, trappa ritning, trappa nice, trappa ner amning, trappa mått, trappa tungumála orðabók gríska, trappa á grísku
Þýðingar
- tollur á grísku - τελωνείο, έθιμα, διόδια, διοδίων, των διοδίων, τηλεδιοδίων, τα διόδια
- torf á grísku - χλόη, χλοοτάπητα, τύρφη, χλόης, χλοοτάπητας
- traust á grísku - εμπιστεύομαι, εμπιστοσύνη, αυτοπεποίθηση, την εμπιστοσύνη, της εμπιστοσύνης, εμπιστοσύνη των
- traustur á grísku - ρωμαλέος, γερός, αξιόπιστος, Αξιόπιστη, Αξιόπιστο, Αξιόπιστες, Αξιόπιστα
Orð af handahófi
Trappa á grísku - Orðabók: íslenska » gríska
Þýðingar: διάβημα, βηματίζω, βήμα, σκαλί, βαθμίδα, σκαλοπάτι, σκαλοπατιού, βαθμίδας
Þýðingar: διάβημα, βηματίζω, βήμα, σκαλί, βαθμίδα, σκαλοπάτι, σκαλοπατιού, βαθμίδας