Carrucola in greco
Traduzione: carrucola, Dizionario: italiano » greco
Lingua di partenza:
italiano
Lingua di destinazione:
greco
Traduzioni:
στηρίγματα, τροχαλία, φραγμός, τροχαλίας, της τροχαλίας, τροχαλιών, τροχαλία του
Parole correlate
Altre lingue
Parole correlate: carrucola
carrucola antonimi, carrucola bici soffitto, carrucola coniugazione, carrucola cruciverba, carrucola definizione, carrucola dizionario di lingua greco, carrucola in greco
Traduzioni
- carrozza in greco - προπονώ, βαγόνι, άμαξα, πούλμαν, προπονητής, μεταφορά, μεταφοράς, ...
- carrozzella in greco - αναπηρική καρέκλα, αναπηρικής πολυθρόνας, αναπηρική πολυθρόνα, αναπηρικό καροτσάκι, αναπηρικών αμαξιδίων
- carta in greco - χαρτογραφώ, χαρτένιος, χαρτί, χάρτης, εφημερίδα, χαρτιού, έγγραφο, ...
- cartaceo in greco - χαρτένιος, χαρτί, εφημερίδα, χαρτώδης, papery, χάρτινων, λείων όμοιων, ...
Parole a caso
Carrucola in greco - Dizionario: italiano » greco
Traduzioni: στηρίγματα, τροχαλία, φραγμός, τροχαλίας, της τροχαλίας, τροχαλιών, τροχαλία του
Traduzioni: στηρίγματα, τροχαλία, φραγμός, τροχαλίας, της τροχαλίας, τροχαλιών, τροχαλία του