Collocare in greco
Traduzione: collocare, Dizionario: italiano » greco
Lingua di partenza:
italiano
Lingua di destinazione:
greco
Traduzioni:
διορίζομαι, ξαπλώνω, βάζω, εξουσιοδοτούμαι, εντοπίζω, τοποθετώ, στρώνω, επενδύω, καθορισμένος, κοσμικός, θέση, μέρος, τόπος, τόπο, χώρα
Parole correlate
Altre lingue
Parole correlate: collocare
collocare antonimi, collocare coniugazione, collocare cruciverba, collocare definizione, collocare i bagagli sul tetto del veicolo comporta un maggior consumo di carburante, collocare dizionario di lingua greco, collocare in greco
Traduzioni
- collisione in greco - σύγκρουση, σύγκρουσης, συγκρούσεων, συγκρούσεως, πρόσκρουσης
- collo in greco - λαιμός, σβέρκος, αυχένας, λαιμό, λαιμού, αυχένα, το λαιμό
- collocazione in greco - τοποθέτηση, συνεγκατάστασης, συνεγκατάσταση, η συνεγκατάσταση, τη συνεγκατάσταση, της συνεγκατάστασης
- colloquio in greco - μιλώ, συνέντευξη, ομιλία, συνέντευξης, συνέντευξή, συνέντευξή του, συνέντευξη που
Parole a caso
Collocare in greco - Dizionario: italiano » greco
Traduzioni: διορίζομαι, ξαπλώνω, βάζω, εξουσιοδοτούμαι, εντοπίζω, τοποθετώ, στρώνω, επενδύω, καθορισμένος, κοσμικός, θέση, μέρος, τόπος, τόπο, χώρα
Traduzioni: διορίζομαι, ξαπλώνω, βάζω, εξουσιοδοτούμαι, εντοπίζω, τοποθετώ, στρώνω, επενδύω, καθορισμένος, κοσμικός, θέση, μέρος, τόπος, τόπο, χώρα