Liquidare in greco
Traduzione: liquidare, Dizionario: italiano » greco
Lingua di partenza:
italiano
Lingua di destinazione:
greco
Traduzioni:
ρευστοποιώ, εκκαθαρίζω, ρευστοποιήσει, ρευστοποίηση, ρευστοποίησης, εκκαθαρίσει, την εκκαθάριση
Parole correlate
Altre lingue
Parole correlate: liquidare
liquidare antonimi, liquidare coniugazione, liquidare cruciverba, liquidare definizione, liquidare e pagare, liquidare dizionario di lingua greco, liquidare in greco
Traduzioni
- liquefare in greco - υγροποιώ, τήκομαι, τήκω, liquefy, υγροποιήσουν
- liquefarsi in greco - λιώνω, υγροποιώ, τήκομαι, τήκω, liquefy, υγροποιήσουν
- liquidazione in greco - πώληση, εκκαθάριση, ρευστοποίηση, εκκαθάρισης, ρευστοποίησης, εκκαθαρίσεως
- liquidità in greco - ρευστότητα, ρευστότητας, της ρευστότητας, τη ρευστότητα, η ρευστότητα
Parole a caso
Liquidare in greco - Dizionario: italiano » greco
Traduzioni: ρευστοποιώ, εκκαθαρίζω, ρευστοποιήσει, ρευστοποίηση, ρευστοποίησης, εκκαθαρίσει, την εκκαθάριση
Traduzioni: ρευστοποιώ, εκκαθαρίζω, ρευστοποιήσει, ρευστοποίηση, ρευστοποίησης, εκκαθαρίσει, την εκκαθάριση