Scomporre in greco
Traduzione: scomporre, Dizionario: italiano » greco
Lingua di partenza:
italiano
Lingua di destinazione:
greco
Traduzioni:
διαλύω, αποσυναρμολογώ, αποσυντεθούν, αποσυντίθενται, αποσυντεθεί, αποσυντίθεται, αποσυνθέσει
Parole correlate
Altre lingue
Parole correlate: scomporre
come scomporre, proporzioni, proprietà dello scomporre, scomporre antonimi, scomporre codice fiscale, scomporre dizionario di lingua greco, scomporre in greco
Traduzioni
- scomparto in greco - μέρος, διαμέρισμα, διαμερίσματος, θαλάμου, θάλαμο, θήκη
- scompiglio in greco - διαταραχή, ακαταστασία, αταξία, πάθηση
- scomunica in greco - ανάθεμα, κατάρα, αφορισμός, αφορισμό, αφορισμού, excommunication, τον αφορισμό
- sconcertare in greco - πτοώ, συγχύζω, ταράσσω, θέτω σε αταξία
Parole a caso
Scomporre in greco - Dizionario: italiano » greco
Traduzioni: διαλύω, αποσυναρμολογώ, αποσυντεθούν, αποσυντίθενται, αποσυντεθεί, αποσυντίθεται, αποσυνθέσει
Traduzioni: διαλύω, αποσυναρμολογώ, αποσυντεθούν, αποσυντίθενται, αποσυντεθεί, αποσυντίθεται, αποσυνθέσει