Sosta in greco

Traduzione: sosta, Dizionario: italiano » greco

Lingua di partenza:
italiano
Lingua di destinazione:
greco
Traduzioni:
σπάζω, παύση, διάλειμμα, ανάρτηση, υπόλοιπος, σταματώ, ξεκουράζομαι, αντεπίθεση, ανακοπή, αναστολή, διάλλειμα, άνεση, διακόπτω, καταπραΰνω, ησυχασμός, διακοπή, στάση, σταματήσει, σταματήσετε, σταματήσουν, να σταματήσει
Sosta in greco
Parole correlate
Altre lingue

Parole correlate: sosta

area, area camper, area sosta, area sosta camper, aree sosta, sosta dizionario di lingua greco, sosta in greco

Traduzioni

  • sospirare in greco - αναστεναγμός, αναστενάζω, στεναγμός, αναστεναγμό, στεναγμό, ανάσα
  • sospiro in greco - αναστεναγμός, αναστενάζω, στεναγμός, αναστεναγμό, στεναγμό, ανάσα
  • sostanza in greco - υπόθεση, πράμα, θέμα, ουσία, νοιάζομαι, ύλη, ουσίας, ...
  • sostanziale in greco - αξιόλογος, ουσιαστικός, στερεός, ουσιώδης, σημαντική, ουσιαστική, σημαντικές
Parole a caso
Sosta in greco - Dizionario: italiano » greco
Traduzioni: σπάζω, παύση, διάλειμμα, ανάρτηση, υπόλοιπος, σταματώ, ξεκουράζομαι, αντεπίθεση, ανακοπή, αναστολή, διάλλειμα, άνεση, διακόπτω, καταπραΰνω, ησυχασμός, διακοπή, στάση, σταματήσει, σταματήσετε, σταματήσουν, να σταματήσει