Sostanziale in greco
Traduzione: sostanziale, Dizionario: italiano » greco
Lingua di partenza:
italiano
Lingua di destinazione:
greco
Traduzioni:
αξιόλογος, ουσιαστικός, στερεός, ουσιώδης, σημαντική, ουσιαστική, σημαντικές
Parole correlate
Altre lingue
Parole correlate: sostanziale
costituzione sostanziale, differenza sostanziale, diritto sostanziale, formale e sostanziale, giudicato, sostanziale dizionario di lingua greco, sostanziale in greco
Traduzioni
- sosta in greco - σπάζω, παύση, διάλειμμα, ανάρτηση, υπόλοιπος, σταματώ, ξεκουράζομαι, ...
- sostanza in greco - υπόθεση, πράμα, θέμα, ουσία, νοιάζομαι, ύλη, ουσίας, ...
- sostanzialmente in greco - ουσιαστικά, σημαντικά, ουσιαστικώς, ουσιωδώς, αισθητά
- sostanzioso in greco - αξιόλογος, στερεός, ουσιαστικός, ουσιώδης, σημαντική, ουσιαστική, σημαντικές
Parole a caso
Sostanziale in greco - Dizionario: italiano » greco
Traduzioni: αξιόλογος, ουσιαστικός, στερεός, ουσιώδης, σημαντική, ουσιαστική, σημαντικές
Traduzioni: αξιόλογος, ουσιαστικός, στερεός, ουσιώδης, σημαντική, ουσιαστική, σημαντικές