Vano in greco
Traduzione: vano, Dizionario: italiano » greco
Lingua di partenza:
italiano
Lingua di destinazione:
greco
Traduzioni:
μάταιος, ματαιόδοξος, κενό, δωμάτιο, χώρος, άγονος, βαθουλωμένος, υπόκωφος, κοίλος, ασήμαντος, άκαρπος, ανωφελής, εγωκεντρικός, άδειος, κούφιος, ξιπασμένος, διάστημα, χώρο, χώρου, κόπηκε
Parole correlate
Altre lingue
Parole correlate: vano
ascensore, in vano, vani, vano antonimi, vano ascensore, vano dizionario di lingua greco, vano in greco
Traduzioni
- vanitoso in greco - μάταιος, εγωκεντρικός, ματαιόδοξος, ξιπασμένος, μάταια, μάταιη, μάταιες
- vanità in greco - κενοδοξία, αλαζονεία, φιλαυτία, έπαρση, ματαιότητα, ματαιοδοξία, ματαιοδοξίας, ...
- vantaggio in greco - ενεργητικό, χρησιμεύω, προτέρημα, απολαβή, πλεονέκτημα, ωφέλεια, κέρδος, ...
- vantaggioso in greco - πλεονεκτικός, επωφελής, πλεονεκτική, πλεονεκτικό, συμφέρουσα, επωφελές
Parole a caso
Vano in greco - Dizionario: italiano » greco
Traduzioni: μάταιος, ματαιόδοξος, κενό, δωμάτιο, χώρος, άγονος, βαθουλωμένος, υπόκωφος, κοίλος, ασήμαντος, άκαρπος, ανωφελής, εγωκεντρικός, άδειος, κούφιος, ξιπασμένος, διάστημα, χώρο, χώρου, κόπηκε
Traduzioni: μάταιος, ματαιόδοξος, κενό, δωμάτιο, χώρος, άγονος, βαθουλωμένος, υπόκωφος, κοίλος, ασήμαντος, άκαρπος, ανωφελής, εγωκεντρικός, άδειος, κούφιος, ξιπασμένος, διάστημα, χώρο, χώρου, κόπηκε