Žvilgsnis graikiškai
Vertimas: žvilgsnis, Žodynas: lietuvių » graikų
Originalo kalba:
lietuvių
Norima kalba:
graikų
Vertimai:
πρόσωπο, αντικρίζω, κύρος, κοιτάζω, φαίνομαι, έκφραση, άποψη, αντιμετωπίζω, βλέμμα, πλευρά, όψη, θωριά, εμφάνιση, ματιά, κοιτάξτε, εξετάσουμε
Susiję žodžiai
Kitos kalbos
Susiję žodžiai: žvilgsnis
žvilgsnis į ateitį online, žvilgsnis į mus supantį pasaulį, žvilgsnis nuo kalno, žvilgsnis į save, žvilgsnis iš arčiau, žvilgsnis kalbų žodynas graikų, žvilgsnis graikiškai
Vertimai
- žvalus graikiškai - φρέσκος, νωπός, δροσερός, ζωντανός, ζωηρός, ζωηρό, ζωηρή, ...
- žvejoti graikiškai - γωνία, ψάρι, ψάρια, ψαριών, ιχθύων, τα ψάρια
- žvirblis graikiškai - σπουργίτι, σπουργίτης, Sparrow, Σπάροου, σπουργιτιού
- žvynas graikiškai - κλίμακα, λέπι, κλιμάκωση, κασίδα, κλίμακας, μέγεθος, ζυγαριά
Atsitiktiniai žodžiai
Žvilgsnis graikiškai - Žodynas: lietuvių » graikų
Vertimai: πρόσωπο, αντικρίζω, κύρος, κοιτάζω, φαίνομαι, έκφραση, άποψη, αντιμετωπίζω, βλέμμα, πλευρά, όψη, θωριά, εμφάνιση, ματιά, κοιτάξτε, εξετάσουμε
Vertimai: πρόσωπο, αντικρίζω, κύρος, κοιτάζω, φαίνομαι, έκφραση, άποψη, αντιμετωπίζω, βλέμμα, πλευρά, όψη, θωριά, εμφάνιση, ματιά, κοιτάξτε, εξετάσουμε