Amunicija graikiškai
Vertimas: amunicija, Žodynas: lietuvių » graikų
Originalo kalba:
lietuvių
Norima kalba:
graikų
Vertimai:
πυρομαχικά, πυρομαχικών, των πυρομαχικών, τα πυρομαχικά, πολεμοφόδια
Kitos kalbos
Susiję žodžiai: amunicija
amunicija zodynas, amunicija wiki, karine amunicija, amunicija angliskai, policijos amunicija, amunicija kalbų žodynas graikų, amunicija graikiškai
Vertimai
- amnestija graikiškai - συγχώρηση, αμνηστία, συγχωρώ, χάρη, Αμνηστίας, Αμνηστίας για, την αμνηστία, ...
- amoniakas graikiškai - αμμωνία, αμμωνίας, της αμμωνίας, η αμμωνία, την αμμωνία
- amžinas graikiškai - αιώνιος, παντοτινός, ενδελεχής, διαχρονικό, διαχρονική, διαχρονικές, άχρονη, ...
- amžinybė graikiškai - άπειρο, αιωνιότητα, την αιωνιότητα, αιωνιότητας, αιώνια, στην αιωνιότητα
Atsitiktiniai žodžiai
Amunicija graikiškai - Žodynas: lietuvių » graikų
Vertimai: πυρομαχικά, πυρομαχικών, των πυρομαχικών, τα πυρομαχικά, πολεμοφόδια
Vertimai: πυρομαχικά, πυρομαχικών, των πυρομαχικών, τα πυρομαχικά, πολεμοφόδια