Arti graikiškai
Vertimas: arti, Žodynas: lietuvių » graikų
Originalo kalba:
lietuvių
Norima kalba:
graikų
Vertimai:
οργώνω, σειρά, αλέτρι, κοντά, στροφή, από, στρίβω, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής
Susiję žodžiai
Kitos kalbos
Susiję žodžiai: arti
arti slender, arti dizainas, aarti mehra, arti toli, arti pl, arti kalbų žodynas graikų, arti graikiškai
Vertimai
- arsenas graikiškai - σαν, όπως, αρσενικό, αρσενικού, το αρσενικό, του αρσενικού, συγκεντρώσεων αρσενικού
- arterija graikiškai - αρτηρία, αρτηρίας, αρτηριών, νόσο, αρτηριακού
- artilerija graikiškai - πυροβολικό, πυροβολικού, πυροβόλα, το πυροβολικό, του πυροβολικού
- artintis graikiškai - προσέγγιση, πλησιάζω, μέθοδος, προσεγγίζω, προσέγγισης, προσέγγιση που, την προσέγγιση, ...
Atsitiktiniai žodžiai
Arti graikiškai - Žodynas: lietuvių » graikų
Vertimai: οργώνω, σειρά, αλέτρι, κοντά, στροφή, από, στρίβω, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής
Vertimai: οργώνω, σειρά, αλέτρι, κοντά, στροφή, από, στρίβω, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής