Atrama graikiškai
Vertimas: atrama, Žodynas: lietuvių » graikų
Originalo kalba:
lietuvių
Norima kalba:
graikų
Vertimai:
υποστήριγμα, στήριγμα, βοήθεια, συμπαράσταση, υποστήριξη, στήριξη, στήριξης, υποστήριξης, την υποστήριξη
Susiję žodžiai
Kitos kalbos
Susiję žodžiai: atrama
atrama vijokliams, atrama duju balionai, atrama automobiliui, atrama 10, atrama augalams, atrama kalbų žodynas graikų, atrama graikiškai
Vertimai
- atradimas graikiškai - ανακάλυψη, εύρημα, ανεύρεση, βρίσκω, ανακάλυψης, την ανακάλυψη, ανακάλυψή, ...
- atradėjas graikiškai - ανακαλύπτω, Discoverer, Το Discoverer, που ανακάλυψε, του Discoverer, ανακαληπτής
- atrasti graikiškai - ανεύρεση, εύρημα, βρίσκω, ανακαλύπτω, ανακαλύψετε, ανακαλύψουν, ανακαλύψει, ...
- atsakingas graikiškai - υπεύθυνος, αρμόδιος, υπεύθυνη, υπεύθυνο, υπεύθυνοι, υπεύθυνες
Atsitiktiniai žodžiai
Atrama graikiškai - Žodynas: lietuvių » graikų
Vertimai: υποστήριγμα, στήριγμα, βοήθεια, συμπαράσταση, υποστήριξη, στήριξη, στήριξης, υποστήριξης, την υποστήριξη
Vertimai: υποστήριγμα, στήριγμα, βοήθεια, συμπαράσταση, υποστήριξη, στήριξη, στήριξης, υποστήριξης, την υποστήριξη