Autobusas graikiškai
Vertimas: autobusas, Žodynas: lietuvių » graikų
Originalo kalba:
lietuvių
Norima kalba:
graikų
Vertimai:
πούλμαν, προπονητής, άμαξα, προπονώ, λεωφορείο, λεωφορείων, λεωφορείου, το λεωφορείο, λεωφορεία
Kitos kalbos
Susiję žodžiai: autobusas
autobusas i gariunus, autobusas i nida, autobusas vilnius siauliai, autobusas klaipeda vilnius, autobusas vilnius palanga, autobusas kalbų žodynas graikų, autobusas graikiškai
Vertimai
- autentiškas graikiškai - πραγματικός, αυθεντικός, γνήσιος, αληθινός, αυθεντικά, αυθεντικό, αυθεντική, ...
- autobiografija graikiškai - αυτοβιογραφία, την αυτοβιογραφία, αυτοβιογραφίας, αυτοβιογραφία του, η αυτοβιογραφία
- autokratas graikiškai - δεσποτικός, αυτοκράτορας, μονάρχης, απόλυτος μονάρχης, απολυταρχικού, αυτοκράτωρ
- automagistralė graikiškai - αυτοκινητόδρομος, αυτοκινητόδρομο, εθνική οδό, εθνικής οδού, αυτοκινητοδρόμου
Atsitiktiniai žodžiai
Autobusas graikiškai - Žodynas: lietuvių » graikų
Vertimai: πούλμαν, προπονητής, άμαξα, προπονώ, λεωφορείο, λεωφορείων, λεωφορείου, το λεωφορείο, λεωφορεία
Vertimai: πούλμαν, προπονητής, άμαξα, προπονώ, λεωφορείο, λεωφορείων, λεωφορείου, το λεωφορείο, λεωφορεία