Cenzūra graikiškai

Vertimas: cenzūra, Žodynas: lietuvių » graikų

Originalo kalba:
lietuvių
Norima kalba:
graikų
Vertimai:
λογοκρισία, λογοκρισίας, τη λογοκρισία, η λογοκρισία, της λογοκρισίας
Cenzūra graikiškai
Kitos kalbos

Susiję žodžiai: cenzūra

cenzūra latvijā, cenzūra filmas, cenzūra žodynas, cenzūra tarpukario lietuvoje, cenzūra tai, cenzūra kalbų žodynas graikų, cenzūra graikiškai

Vertimai

  • centimetras graikiškai - εκατοστόμετρο, εκατοστό, εκατοστών, εκατοστού, εκατοστά
  • centras graikiškai - κέντρο, πυρήνας, κέντρο της, κέντρου, το κέντρο, κέντρο του
  • ceremonija graikiškai - τελετουργικός, εθιμοτυπία, τελετή, τελετής, τελετή απονομής, εκδήλωση, τελετή που
  • cezis graikiškai - καίσιο, καισίου, περιεκτικότητα σε καίσιο, κεσίου, σε καίσιο
Atsitiktiniai žodžiai
Cenzūra graikiškai - Žodynas: lietuvių » graikų
Vertimai: λογοκρισία, λογοκρισίας, τη λογοκρισία, η λογοκρισία, της λογοκρισίας