Disciplina graikiškai
Vertimas: disciplina, Žodynas: lietuvių » graikų
Originalo kalba:
lietuvių
Norima kalba:
graikų
Vertimai:
πειθαρχία, σπουδάζω, θέμα, μελέτη, σπουδές, πειθαρχώ, υποκείμενο, υπήκοος, γραφείο, αντικείμενο, πειθαρχίας, την πειθαρχία, η πειθαρχία
Susiję žodžiai
Kitos kalbos
Susiję žodžiai: disciplina
disciplina kas tai, disciplina etrusca, disciplina tai, disciplina wikipedia, disciplina arcani, disciplina kalbų žodynas graikų, disciplina graikiškai
Vertimai
- dirvožemis graikiškai - χωράφι, πεδίο, τομέας, έδαφος, χώμα, εδάφους, του εδάφους, ...
- diržas graikiškai - ζώνη, ιμάντας, ιμάντα, ζώνης, ζωνών
- disertacija graikiškai - πραγματεία, διατριβή, εργασία, διατριβής, θέση, εργασίας
- diskusija graikiškai - επιχείρημα, διαφωνία, λογομαχία, λέξη, συζήτηση, συζήτησης, συζητήσεις, ...
Atsitiktiniai žodžiai
Disciplina graikiškai - Žodynas: lietuvių » graikų
Vertimai: πειθαρχία, σπουδάζω, θέμα, μελέτη, σπουδές, πειθαρχώ, υποκείμενο, υπήκοος, γραφείο, αντικείμενο, πειθαρχίας, την πειθαρχία, η πειθαρχία
Vertimai: πειθαρχία, σπουδάζω, θέμα, μελέτη, σπουδές, πειθαρχώ, υποκείμενο, υπήκοος, γραφείο, αντικείμενο, πειθαρχίας, την πειθαρχία, η πειθαρχία