Gaivus graikiškai
Vertimas: gaivus, Žodynas: lietuvių » graikų
Originalo kalba:
lietuvių
Norima kalba:
graikų
Vertimai:
ζωντανός, φρέσκος, νωπός, δροσερός, δροσιστικό, δροσιστική, αναζωογονητικό, αναζωογονητική, δροσιστικά
Kitos kalbos
Susiję žodžiai: gaivus
gaivus kokteiliai, gaivus kvepalai, gaivus desertai, gaivus lt, gaivus pyragas, gaivus kalbų žodynas graikų, gaivus graikiškai
Vertimai
- gaisras graikiškai - πυροβολώ, απολύω, φωτιά, πυρκαγιά, πυρκαγιάς, φωτιάς, πυρός
- gaisrininkas graikiškai - πυροσβέστης, πυροσβέστη, πυροσβεστικές, πυροσβεστών, πυροσβεστικής
- galbūt graikiškai - περίπου, μπορεί, περί, για, ίσως, ενδεχομένως, ίσως και, ...
- galerija graikiškai - πινακοθήκη, θεωρείο, στοά, γκάλερι, γκαλερί
Atsitiktiniai žodžiai
Gaivus graikiškai - Žodynas: lietuvių » graikų
Vertimai: ζωντανός, φρέσκος, νωπός, δροσερός, δροσιστικό, δροσιστική, αναζωογονητικό, αναζωογονητική, δροσιστικά
Vertimai: ζωντανός, φρέσκος, νωπός, δροσερός, δροσιστικό, δροσιστική, αναζωογονητικό, αναζωογονητική, δροσιστικά