Lyguma graikiškai
Vertimas: lyguma, Žodynas: lietuvių » graikų
Originalo kalba:
lietuvių
Norima kalba:
graikų
Vertimai:
διαμέρισμα, κάμπος, χωράφι, σκέτο, επίπεδος, πεδιάδα, σκέτος, τομέας, πεδίο, απλό, απλού, κάμπο, απλή
Susiję žodžiai
Kitos kalbos
Susiję žodžiai: lyguma
deganti lyguma, lyguma pakistane, smelingoji lyguma, lyguma australijoje, lyguma vikipedija, lyguma kalbų žodynas graikų, lyguma graikiškai
Vertimai
- lygmuo graikiškai - βαθμολογώ, πτυχίο, βαθμός, επίπεδο, επιπέδου, το επίπεδο, επίπεδα
- lygtis graikiškai - εξίσωση, εξίσωσης, την εξίσωση, εξισώσεως, εξίσωση που
- lygus graikiškai - στάθμη, πλάνη, επίπεδο, ίσιος, διαμέρισμα, ίσος, ακόμα, ...
- lygybė graikiškai - εξίσωση, ισοτιμία, ισότητα, ισότητας, την ισότητα, της ισότητας, ισότητα των
Atsitiktiniai žodžiai
Lyguma graikiškai - Žodynas: lietuvių » graikų
Vertimai: διαμέρισμα, κάμπος, χωράφι, σκέτο, επίπεδος, πεδιάδα, σκέτος, τομέας, πεδίο, απλό, απλού, κάμπο, απλή
Vertimai: διαμέρισμα, κάμπος, χωράφι, σκέτο, επίπεδος, πεδιάδα, σκέτος, τομέας, πεδίο, απλό, απλού, κάμπο, απλή