Observatorija graikiškai
Vertimas: observatorija, Žodynas: lietuvių » graikų
Originalo kalba:
lietuvių
Norima kalba:
graikų
Vertimai:
παρατηρητήριο, αστεροσκοπείο, Παρατηρητήριο, Παρατηρητηρίου, Παρατηρητήριο του, Παρατηρητήριο για
Susiję žodžiai
Kitos kalbos
Susiję žodžiai: observatorija
observatorija vilnius, observatorija latvija, observatorija molėtų, observatorija lietuvoje, observatorija alma, observatorija kalbų žodynas graikų, observatorija graikiškai
Vertimai
- objektas graikiškai - αντικείμενο, αντιτείνω, αντικειμένου, σκοπός, στόχος, αντικείμενο της
- obojus graikiškai - όμποε, oboe, το όμποε, στο όμποε
- obuolys graikiškai - μήλο, μήλου, της Apple, μήλων, η Apple
- oda graikiškai - δερμάτινος, δέρμα, γδέρνω, προβιά, δέρματος, του δέρματος, το δέρμα, ...
Atsitiktiniai žodžiai
Observatorija graikiškai - Žodynas: lietuvių » graikų
Vertimai: παρατηρητήριο, αστεροσκοπείο, Παρατηρητήριο, Παρατηρητηρίου, Παρατηρητήριο του, Παρατηρητήριο για
Vertimai: παρατηρητήριο, αστεροσκοπείο, Παρατηρητήριο, Παρατηρητηρίου, Παρατηρητήριο του, Παρατηρητήριο για