Priešingybė graikiškai
Vertimas: priešingybė, Žodynas: lietuvių » graikų
Originalo kalba:
lietuvių
Norima kalba:
graikų
Vertimai:
αντιστρέφω, αντίθεση, αντίθεσης, σε αντίθεση, αντιπαραβάλλουν, έρχονται σε αντίθεση
Susiję žodžiai
Kitos kalbos
Susiję žodžiai: priešingybė
priešingybė angliškai, priešingybė sinonimas, priešingybė kalbų žodynas graikų, priešingybė graikiškai
Vertimai
- prieš graikiškai - προτού, πριν, πριν να, πριν από, ενώπιον
- priešingas graikiškai - αντιστρέφω, απέναντι, αντίθετο, απέναντι από, αντίθετη, αντίθετες
- priešininkas graikiškai - αντίπαλος, αντίπαλο, αντίπαλης, αντιπάλου, αντίπαλό
- priešistorė graikiškai - προϊστορία, προϊστορίας, την προϊστορία, προϊστορικούς χρόνους, τους προϊστορικούς χρόνους
Atsitiktiniai žodžiai
Priešingybė graikiškai - Žodynas: lietuvių » graikų
Vertimai: αντιστρέφω, αντίθεση, αντίθεσης, σε αντίθεση, αντιπαραβάλλουν, έρχονται σε αντίθεση
Vertimai: αντιστρέφω, αντίθεση, αντίθεσης, σε αντίθεση, αντιπαραβάλλουν, έρχονται σε αντίθεση