Reikmuo graikiškai
Vertimas: reikmuo, Žodynas: lietuvių » graikų
Originalo kalba:
lietuvių
Norima kalba:
graikų
Vertimai:
αγαθό, αγαθός, εμπόρευμα, καλός, σκεύος, σκεύη, σκεύους, μαγειρικά σκεύη, τα μαγειρικά σκεύη
Kitos kalbos
Susiję žodžiai: reikmuo
reikmuo biriems produktams, reikmuo kalbų žodynas graikų, reikmuo graikiškai
Vertimai
- reikalavimas graikiškai - ζήτηση, απαίτηση, παρακαλώ, απαιτώ, ζητώ, παράκληση, υποχρέωση, ...
- reikalingas graikiškai - αναγκαίος, απαραίτητος, αναγκαία, αναγκαίο, απαραίτητο
- reikėti graikiškai - αιτώ, εμπλέκω, απαιτώ, παίρνω, εμπλέκομαι, ρωτώ, χρειάζομαι, ...
- reikšmė graikiškai - έννοια, σημασία, εισάγω, τιμή, αξία, αξίας, τιμής, ...
Atsitiktiniai žodžiai
Reikmuo graikiškai - Žodynas: lietuvių » graikų
Vertimai: αγαθό, αγαθός, εμπόρευμα, καλός, σκεύος, σκεύη, σκεύους, μαγειρικά σκεύη, τα μαγειρικά σκεύη
Vertimai: αγαθό, αγαθός, εμπόρευμα, καλός, σκεύος, σκεύη, σκεύους, μαγειρικά σκεύη, τα μαγειρικά σκεύη